Η συνεργατική οικονομία και κατανάλωση αποτελεί ένα θέμα με κοινωνικά θετικούς συνειρμούς, το οποίο γίνεται όλο και πιο συχνά αντικείμενο συζήτησης. Οι συγκεκριμένοι όροι χρησιμοποιούνται σε αναλύσεις οι οποίες καλούν σε μια επαναστατική ρήξη με το οικονομικό σύστημα. Όμως, στο μέλλον θα καταναλώνουμε λιγότερο; Θα είμαστε πιο συνειδητοποιημένοι για το τι καταναλώνουμε και πιο πρόθυμοι να ανταλλάξουμε, να μοιραστούμε και να δανείσουμε όσα θεωρούμε δικά μας;
Με την εισαγωγή αυτή ξεκινά έκθεση του αναλυτή της Deutsche Βank, Thomas-Frank Dapp, ο οποίος επιχειρεί να προσεγγίσει το ζήτημα αντλώντας, αρχικά, στοιχεία από την εμπειρία στη Γερμανία. Όπως αναφέρει, την τελευταία 20ετία η ιδιωτική κατανάλωση στη Γερμανία αυξάνεται σταθερά, σε πραγματικούς όρους, με ρυθμό κοντά στο 1% ετησίως. Τα νοικοκυριά συνεχίζουν να αγοράζουν αυτοκίνητα, ηλεκτρονικά είδη, ρούχα, έργα τέχνης κλπ., αν και με την πάροδο του χρόνου δείχνουν μια αυξανόμενη προτίμηση στην κατανάλωση προϊόντων που συνοδεύονται από συγκεκριμένες υπηρεσίες (όπως π.χ. συμβόλαια συντήρησης, εγγυήσεις κ.ά.). Πράγματι, σχολιάζει ο αναλυτής της DB, για πολλές εταιρείες η πώληση μεμονωμένων προϊόντων δεν αρκεί για βιώσιμη αύξηση των εσόδων, κι έτσι δίνουν όλο και μεγαλύτερη σημασία στη σύνδεσή τους με την πώληση
συμπληρωματικών υπηρεσιών. Τέτοια παραδείγματα είναι, επί παραδείγματι, οι υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας οι οποίες συνοδεύονται από αποκλειστική πρόσβαση σε υπηρεσίες ψηφιακής ψυχαγωγίας. Αυτός είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους οι εταιρείες κερδίζουν νέους πελάτες, μεταξύ των οποίων και όσοι δείχνουν κάποια προτίμηση σε εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Και αυτό, σημειώνει ο συντάκτης της έκθεσης, δίνει επιπλέον ώθηση στο κίνημα της συνεργατικής οικονομίας.
Με την εισαγωγή αυτή ξεκινά έκθεση του αναλυτή της Deutsche Βank, Thomas-Frank Dapp, ο οποίος επιχειρεί να προσεγγίσει το ζήτημα αντλώντας, αρχικά, στοιχεία από την εμπειρία στη Γερμανία. Όπως αναφέρει, την τελευταία 20ετία η ιδιωτική κατανάλωση στη Γερμανία αυξάνεται σταθερά, σε πραγματικούς όρους, με ρυθμό κοντά στο 1% ετησίως. Τα νοικοκυριά συνεχίζουν να αγοράζουν αυτοκίνητα, ηλεκτρονικά είδη, ρούχα, έργα τέχνης κλπ., αν και με την πάροδο του χρόνου δείχνουν μια αυξανόμενη προτίμηση στην κατανάλωση προϊόντων που συνοδεύονται από συγκεκριμένες υπηρεσίες (όπως π.χ. συμβόλαια συντήρησης, εγγυήσεις κ.ά.). Πράγματι, σχολιάζει ο αναλυτής της DB, για πολλές εταιρείες η πώληση μεμονωμένων προϊόντων δεν αρκεί για βιώσιμη αύξηση των εσόδων, κι έτσι δίνουν όλο και μεγαλύτερη σημασία στη σύνδεσή τους με την πώληση
συμπληρωματικών υπηρεσιών. Τέτοια παραδείγματα είναι, επί παραδείγματι, οι υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας οι οποίες συνοδεύονται από αποκλειστική πρόσβαση σε υπηρεσίες ψηφιακής ψυχαγωγίας. Αυτός είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους οι εταιρείες κερδίζουν νέους πελάτες, μεταξύ των οποίων και όσοι δείχνουν κάποια προτίμηση σε εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Και αυτό, σημειώνει ο συντάκτης της έκθεσης, δίνει επιπλέον ώθηση στο κίνημα της συνεργατικής οικονομίας.
"Οι άνθρωποι αρχίζουν να αντιλαμβάνονται (ξανά) ότι δεν ωφελεί πάντα να έχουν ή να αγοράζουν αντικείμενα τα οποία δεν προορίζονται για καθημερινή χρήση"
Στην «καρδιά» της συνεργατικής οικονομίας και κατανάλωσης, σημειώνει ο ίδιος, βρίσκεται η ιδέα ότι στο μέλλον το ενδιαφέρον δεν θα στρέφεται αποκλειστικά στην κατοχή και στην ιδιοκτησία, αλλά όλο και περισσότερο στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες. Βασική πτυχή αποτελεί η ικανότητα να ικανοποιούνται οι ατομικές προτιμήσεις σε ότι αφορά την κινητικότητα και την ευελιξία λαμβάνοντας υπόψη, φυσικά, τους περιορισμούς που θέτει το ύψος του ατομικού εισοδήματος.
«Οι άνθρωποι αρχίζουν να αντιλαμβάνονται (ξανά) ότι δεν ωφελεί πάντα να έχουν ή να αγοράζουν αντικείμενα τα οποία δεν προορίζονται για καθημερινή χρήση (ένα τρυπάνι ή μία σανίδα του σερφ, για παράδειγμα)» αναφέρει ο Thomas-Frank Dapp και εξηγεί ότι «η κοινοχρησία σε τέτοιου είδους αντικείμενα δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Εδώ και πολύ καιρό, οι άνθρωποι σχηματίζουν κοινότητες στη βάση της κοινής χρήσης αντικειμένων, δημιουργούν συνεργατικούς κήπους, χρησιμοποιούν κοινόχρηστα πλυντήρια ρούχων, δανείζονται ποδήλατα, δημιουργούν (αγροτικές) κολεκτίβες. Τα περισσότερα από αυτά τα εγχειρήματα είναι τοπικού χαρακτήρα, μέχρι στιγμής, και αφορούν εξειδικευμένα κυρίως πεδία» .
Ωστόσο, με την ανάπτυξη του ψηφιακού κόσμου, το κίνημα αυτό έχει επιταχύνει σημαντικά, σε παγκόσμια κλίμακα, και σε ορισμένες περιπτώσεις με τρόπο κατάλληλο για μαζική εφαρμογή. Με τη χρήση σύγχρονων διαδικτυακών υπηρεσιών, όλο και περισσότεροι είναι σε θέση να οργανώσουν διάφορες πτυχές της ζωής τους με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που προσφέρουν πολλές εταιρείες μέσα από τα παραδοσιακά επιχειρηματικά τους μοντέλα.
Οι χρήστες του internet αποκτούν μεγαλύτερες δυνατότητες πειραματισμού πάνω σε νέες μορφές συνεργασίας, οι οποίες έχουν ως βάση τις κοινωνικές σχέσεις, ενισχύοντας παράλληλα τη δυνατότητα των διαμεσολαβητών να αναπτύξουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Εκτός από τις τάσεις στην ψηφιακή αγορά, ως καταλύτες για τη συνεργατική οικονομία λειτουργούν και άλλοι κοινωνικοί-δημογραφικοί παράγοντες, όπως η αυξανόμενη αστικοποίηση νεότερων ηλικιακών ομάδων, η αύξηση του αριθμού των μονοπρόσωπων νοικοκυριών στα αστικά κέντρα και οι αλλαγές στα μοτίβα τις ιδιωτικής κατανάλωσης.
Ως προς το πόσο σημαντικό είναι το φαινόμενο της συνεργατικής οικονομίας, ο αναλυτής της Deutsche Bank επικαλείται μία μελέτη του Πανεπιστημίου Lueneburg, του Δεκεμβρίου του 2012, όπου αναλύεται η η ανάδυση της κουλτούρας της συνεργατικής οικονομίας στη Γερμανία. Τα στοιχεία δεν αποκαλύπτουν κάποια πρωτοποριακή «επανάσταση», δείχνουν όμως, μεταξύ άλλων, ότι έως και το 25% των νέων (ηλικίας 14-25 ετών) έχουν αποκτήσει εμπειρία πάνω σε εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης, κυρίως μέσω του internet. Αυτό που δεν καταδεικνύει η έκθεση, είναι το ποσοστό της κατανάλωσης που διοχετεύεται σε αυτές τις εναλλακτικές μορφές. Όμως, αποκαλύπτουν ότι υπάρχει συσχέτιση με παράγοντες όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και τι επίπεδο του εισοδήματος: νεότεροι σε ηλικία άνθρωποι, με υψηλότερη μόρφωση και εισόδημα, κατά κύριο λόγο, τείνουν να χρησιμοποιούν περισσότερο ψηφιακές υπηρεσίες προκειμένου να καταναλώσουν, να πουλήσουν, να εμπορευτούν ή να δανείσουν.
«Οι άνθρωποι αρχίζουν να αντιλαμβάνονται (ξανά) ότι δεν ωφελεί πάντα να έχουν ή να αγοράζουν αντικείμενα τα οποία δεν προορίζονται για καθημερινή χρήση (ένα τρυπάνι ή μία σανίδα του σερφ, για παράδειγμα)» αναφέρει ο Thomas-Frank Dapp και εξηγεί ότι «η κοινοχρησία σε τέτοιου είδους αντικείμενα δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Εδώ και πολύ καιρό, οι άνθρωποι σχηματίζουν κοινότητες στη βάση της κοινής χρήσης αντικειμένων, δημιουργούν συνεργατικούς κήπους, χρησιμοποιούν κοινόχρηστα πλυντήρια ρούχων, δανείζονται ποδήλατα, δημιουργούν (αγροτικές) κολεκτίβες. Τα περισσότερα από αυτά τα εγχειρήματα είναι τοπικού χαρακτήρα, μέχρι στιγμής, και αφορούν εξειδικευμένα κυρίως πεδία» .
Ωστόσο, με την ανάπτυξη του ψηφιακού κόσμου, το κίνημα αυτό έχει επιταχύνει σημαντικά, σε παγκόσμια κλίμακα, και σε ορισμένες περιπτώσεις με τρόπο κατάλληλο για μαζική εφαρμογή. Με τη χρήση σύγχρονων διαδικτυακών υπηρεσιών, όλο και περισσότεροι είναι σε θέση να οργανώσουν διάφορες πτυχές της ζωής τους με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που προσφέρουν πολλές εταιρείες μέσα από τα παραδοσιακά επιχειρηματικά τους μοντέλα.
Οι χρήστες του internet αποκτούν μεγαλύτερες δυνατότητες πειραματισμού πάνω σε νέες μορφές συνεργασίας, οι οποίες έχουν ως βάση τις κοινωνικές σχέσεις, ενισχύοντας παράλληλα τη δυνατότητα των διαμεσολαβητών να αναπτύξουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Εκτός από τις τάσεις στην ψηφιακή αγορά, ως καταλύτες για τη συνεργατική οικονομία λειτουργούν και άλλοι κοινωνικοί-δημογραφικοί παράγοντες, όπως η αυξανόμενη αστικοποίηση νεότερων ηλικιακών ομάδων, η αύξηση του αριθμού των μονοπρόσωπων νοικοκυριών στα αστικά κέντρα και οι αλλαγές στα μοτίβα τις ιδιωτικής κατανάλωσης.
Ως προς το πόσο σημαντικό είναι το φαινόμενο της συνεργατικής οικονομίας, ο αναλυτής της Deutsche Bank επικαλείται μία μελέτη του Πανεπιστημίου Lueneburg, του Δεκεμβρίου του 2012, όπου αναλύεται η η ανάδυση της κουλτούρας της συνεργατικής οικονομίας στη Γερμανία. Τα στοιχεία δεν αποκαλύπτουν κάποια πρωτοποριακή «επανάσταση», δείχνουν όμως, μεταξύ άλλων, ότι έως και το 25% των νέων (ηλικίας 14-25 ετών) έχουν αποκτήσει εμπειρία πάνω σε εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης, κυρίως μέσω του internet. Αυτό που δεν καταδεικνύει η έκθεση, είναι το ποσοστό της κατανάλωσης που διοχετεύεται σε αυτές τις εναλλακτικές μορφές. Όμως, αποκαλύπτουν ότι υπάρχει συσχέτιση με παράγοντες όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και τι επίπεδο του εισοδήματος: νεότεροι σε ηλικία άνθρωποι, με υψηλότερη μόρφωση και εισόδημα, κατά κύριο λόγο, τείνουν να χρησιμοποιούν περισσότερο ψηφιακές υπηρεσίες προκειμένου να καταναλώσουν, να πουλήσουν, να εμπορευτούν ή να δανείσουν.
Το “couchsurfing” (ένα δίκτυο αναζήτησης και ανταλλαγής, χωρίς αντίτιμο, υπηρεσιών φιλοξενίας σε… καναπέ, συνήθως για τουρίστες χαμηλού μπάτζετ), αποτελεί ένα επιτυχημένο παράδειγμα για το πώς μια τέτοια εξειδικευμένη δραστηριότητα μπορεί να εξελιχθεί μια ραγδαία αναπτυσσόμενη «αγορά». Ένα από τα πιο γνωστά portals για couchsurfing διαφημίζει ότι μέσω αυτού «κλείνουν» πάνω από 10 εκατ. τέτοιες διανυκτερεύσεις ημερησίως, σε περισσότερες από 34.000 πόλεις σε 192 χώρες του κόσμου… Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ζητήματα που δεν έχουν διευθετηθεί, όπως οι περιπτώσεις πρόκλησης φθοράς, το φαινόμενο αυτό μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μπορεί να αποτελέσει σοβαρή πρόκληση για κάποιους κλάδους της τουριστικής βιομηχανίας.
"Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση των ψηφιακών αγαθών, ο αντίκτυπος της συνεργατικής οικονομίας στα φυσικά αγαθά παραμένει περιορισμένος"
Θα πρέπει, όπως τονίζει ο αναλυτής της Deutsche Bank, όταν συζητείται ο όρος «συνεργατική οικονομία», να γίνεται διάκριση μεταξύ ψηφιακών και φυσικών αγαθών. Και αυτό διότι τα ψηφιακά αγαθά έχουν αναμφίβολα αλλάξει ριζικά τις καταναλωτικές μας συνήθειες. Επιπλέον, πολλά από τα αγαθά που βρίσκει κανείς στο διαδίκτυο, βασίζονται πράγματι στο μοίρασμα και την ανταλλαγή. Για παράδειγμα, τα προγράμματα κατ’ ιδίαν ανταλλαγής αρχείων (filesharing) έχουν αλλάξει δια παντός τη διανομή ψηφιακού περιεχομένου. Τα αρχεία ήχου και βίντεο έχουν διαχωριστεί από τα φυσικά μέσα αναπαραγωγής. Μπορούν να διανεμηθούν με χαμηλό κόστος μέσω σύγχρονων τεχνολογιών, χωρίς μεγάλες απώλειες σε επίπεδο ποιότητας. Ως αποτέλεσμα, δεν υπάρχει σπανιότητα και ανταγωνισμός στο επίπεδο της κατανάλωσης – εκτός αν δημιουργηθεί τεχνητά. Αυτό σημαίνει ότι οι χρήστες ενός μουσικού αρχείου μπορούν να καταναλώσουν το προϊόν και να το διανείμουν σε άλλους χρήστες, χωρίς να το στερούνται κάποιοι άλλοι. Σε μία αναλογική εποχή, η αγορά ενός δίσκου βινυλίου θα σήμαινε αυτόματα έλλειψη για άλλους υποψήφιους αγοραστές. Κάθε αγορά θα σήμαινε επίσης αποκλειστικότητα χρήσης.
Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση των ψηφιακών αγαθών, ο αντίκτυπος της συνεργατικής οικονομίας στα φυσικά αγαθά παραμένει περιορισμένος. Πολλά καθημερινά αγαθά παραμένουν αχρησιμοποίητα για το μεγαλύτερο μέρος του κύκλου ζωής τους, και αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πράγματι περιθώριο αναδιανομής. Γιατί κάποιος που ζει σε αστικό κέντρο να αγοράσει ένα αυτοκίνητο, όταν είναι σε θέση να δανειστεί ένα όχημα για συγκεκριμένο σκοπό κάθε φορά; Με αυτό τον τρόπο, οι οδηγοί θα πρέπει να πληρώσουν μόνο το κόστος που προκύπτει από την πραγματική χρήση. Δεν χρειάζεται να πληρώσουν άμεσο κόστος απόκτησης συμμετοχής, ούτε κόστη επισκευής και συντήρησης, πόσο μάλλον να αντιμετωπίσουν προβλήματα σε περιοχές με περιορισμένους χώρους στάθμευσης. Μία υπηρεσία που επιτρέπει στον χρήστη να νοικιάσει για λίγο ένα όχημα, σε μικρή απόσταση από εκεί που βρίσκεται ο ίδιος, είναι μια ελκυστική εναλλακτική επιλογή έναντι της αγοράς ενός οχήματος. Η κοινή χρήση των οχημάτων επιτρέπει όχι μόνο να χρησιμοποιούνται οι διαθέσιμοι πόροι όχι μόνο με μεγαλύτερη φειδώ, αλλά και πιο αποτελεσματικά. Επιπλέον γίνεται δυνατή η εξοικονόμηση χρημάτων, είτε για αποταμίευση είτε για δαπάνη σε άλλα αγαθά.
Σύμφωνα με τους υπέρμαχους της συνεργατικής οικονομίας, η ταχεία ανάπτυξη του internet -σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση του κοινού για θέματα περιβάλλοντος και αειφορίας, αλλά και μια γενικότερη κριτική στάση απέναντι στον υλικό πλούτο- οδηγεί σε περισσότερες εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Αυτό δεν αποτελεί επανάσταση, αλλά τη λογική συνέπεια της τεχνολογικής προόδου σε συνδυασμό με την προσαρμογή της συμπεριφοράς των καταναλωτών στις δομικές αλλαγές που η πρόοδος αυτή επιφέρει.
Η προσανατολισμένη στην ιδιοκτησία και το άτομο κατανάλωση, παραμένει ο κανόνας επί του παρόντος. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού ούτε έχει ούτε είχε εμπειρία με συστήματα δανεισμού μέσω διαδικτύου ούτε με εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Επίσης, η μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση σε θέματα περιβάλλοντος και βιωσιμότητας από την πλευρά των καταναλωτών, αν και επιθυμητή, δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία. Εν τέλει, αν τα ποσά που εξοικονομούνται από την κοινή χρήση ενός αυτοκινήτου, στη συνέχεια δαπανώνται για αυθόρμητα ταξίδια με χαμηλού κόστους αεροπορικές εταιρείες, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα και μείωση στο οικολογικό «αποτύπωμα» ενός καταναλωτή.
Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για την ιδιοκτησία τους, ειδικά για αγαθά και υπηρεσίες που σχετίζονται με το πρόσωπό τους. Σχεδόν κανένας δεν θα μοιραζόταν ένα «έξυπνο» κινητό τηλέφωνο ή θα δάνειζε τον κωδικό του για κάποια εξατομικευμένη διαδικτυακή υπηρεσία. Η πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση είναι, ποια προϊόντα και υπηρεσίες θα είναι θέλουν να αντιλαμβάνονται ως ιδιοκτησία τους οι άνθρωποι μελλοντικά; Αν η χρήση κάποιων αγαθών δεν είναι απαραίτητη σε καθημερινή βάση, τότε ίσως αποτελεί μια πιο ελκυστική επιλογή -για κοινωνικούς, τεχνολογικούς και εν μέρει οικονομικούς λόγους- να τα χρησιμοποιούν χωρίς να πρέπει να τα αγοράσουν εξ ολοκλήρου. Ως εκ τούτου, η συνεργατική οικονομία έχει πράγματι τη δυνατότητα να αναπτύξει περαιτέρω εναλλακτικές μορφές κατανάλωσης και ιδιοκτησίας. Σε κάθε περίπτωση, ισχύει ότι οι ατομικές συνθήκες διαβίωσης και οι ατομικές καταναλωτικές συνήθειες θα υπόκεινται πάντα σε αλλαγές και ότι τα αυριανά πρότυπα ίσως διαφέρουν από τα σημερινά. Αυτή η αλλαγή χωρίς αμφιβολία θα επηρεάσει το ποσοστό της κατανομής της ιδιοκτησίας στο μέλλον.
Από τα παραπάνω, καταλήγει ο αναλυτής της Deutsche Bank, προκύπτει ότι ο όρος «συνεργατική οικονομία» δεν υποδηλώνει τόσο την υπονόμευση του σημερινού οικονομικού συστήματος, αλλά την σταδιακή επέκτασή του ώστε να περιλαμβάνει επιπρόσθετες εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωση. Έτσι, η κατανάλωση καθαυτή δεν θα μειωθεί, αλλά θα αλλάξει κατεύθυνση – και στην καλύτερη περίπτωση θα επεκταθεί ώστε να συμπεριλάβει νέα εναλλακτικά πεδία.
Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση των ψηφιακών αγαθών, ο αντίκτυπος της συνεργατικής οικονομίας στα φυσικά αγαθά παραμένει περιορισμένος. Πολλά καθημερινά αγαθά παραμένουν αχρησιμοποίητα για το μεγαλύτερο μέρος του κύκλου ζωής τους, και αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πράγματι περιθώριο αναδιανομής. Γιατί κάποιος που ζει σε αστικό κέντρο να αγοράσει ένα αυτοκίνητο, όταν είναι σε θέση να δανειστεί ένα όχημα για συγκεκριμένο σκοπό κάθε φορά; Με αυτό τον τρόπο, οι οδηγοί θα πρέπει να πληρώσουν μόνο το κόστος που προκύπτει από την πραγματική χρήση. Δεν χρειάζεται να πληρώσουν άμεσο κόστος απόκτησης συμμετοχής, ούτε κόστη επισκευής και συντήρησης, πόσο μάλλον να αντιμετωπίσουν προβλήματα σε περιοχές με περιορισμένους χώρους στάθμευσης. Μία υπηρεσία που επιτρέπει στον χρήστη να νοικιάσει για λίγο ένα όχημα, σε μικρή απόσταση από εκεί που βρίσκεται ο ίδιος, είναι μια ελκυστική εναλλακτική επιλογή έναντι της αγοράς ενός οχήματος. Η κοινή χρήση των οχημάτων επιτρέπει όχι μόνο να χρησιμοποιούνται οι διαθέσιμοι πόροι όχι μόνο με μεγαλύτερη φειδώ, αλλά και πιο αποτελεσματικά. Επιπλέον γίνεται δυνατή η εξοικονόμηση χρημάτων, είτε για αποταμίευση είτε για δαπάνη σε άλλα αγαθά.
Σύμφωνα με τους υπέρμαχους της συνεργατικής οικονομίας, η ταχεία ανάπτυξη του internet -σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση του κοινού για θέματα περιβάλλοντος και αειφορίας, αλλά και μια γενικότερη κριτική στάση απέναντι στον υλικό πλούτο- οδηγεί σε περισσότερες εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Αυτό δεν αποτελεί επανάσταση, αλλά τη λογική συνέπεια της τεχνολογικής προόδου σε συνδυασμό με την προσαρμογή της συμπεριφοράς των καταναλωτών στις δομικές αλλαγές που η πρόοδος αυτή επιφέρει.
Η προσανατολισμένη στην ιδιοκτησία και το άτομο κατανάλωση, παραμένει ο κανόνας επί του παρόντος. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού ούτε έχει ούτε είχε εμπειρία με συστήματα δανεισμού μέσω διαδικτύου ούτε με εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωσης. Επίσης, η μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση σε θέματα περιβάλλοντος και βιωσιμότητας από την πλευρά των καταναλωτών, αν και επιθυμητή, δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία. Εν τέλει, αν τα ποσά που εξοικονομούνται από την κοινή χρήση ενός αυτοκινήτου, στη συνέχεια δαπανώνται για αυθόρμητα ταξίδια με χαμηλού κόστους αεροπορικές εταιρείες, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα και μείωση στο οικολογικό «αποτύπωμα» ενός καταναλωτή.
Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για την ιδιοκτησία τους, ειδικά για αγαθά και υπηρεσίες που σχετίζονται με το πρόσωπό τους. Σχεδόν κανένας δεν θα μοιραζόταν ένα «έξυπνο» κινητό τηλέφωνο ή θα δάνειζε τον κωδικό του για κάποια εξατομικευμένη διαδικτυακή υπηρεσία. Η πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση είναι, ποια προϊόντα και υπηρεσίες θα είναι θέλουν να αντιλαμβάνονται ως ιδιοκτησία τους οι άνθρωποι μελλοντικά; Αν η χρήση κάποιων αγαθών δεν είναι απαραίτητη σε καθημερινή βάση, τότε ίσως αποτελεί μια πιο ελκυστική επιλογή -για κοινωνικούς, τεχνολογικούς και εν μέρει οικονομικούς λόγους- να τα χρησιμοποιούν χωρίς να πρέπει να τα αγοράσουν εξ ολοκλήρου. Ως εκ τούτου, η συνεργατική οικονομία έχει πράγματι τη δυνατότητα να αναπτύξει περαιτέρω εναλλακτικές μορφές κατανάλωσης και ιδιοκτησίας. Σε κάθε περίπτωση, ισχύει ότι οι ατομικές συνθήκες διαβίωσης και οι ατομικές καταναλωτικές συνήθειες θα υπόκεινται πάντα σε αλλαγές και ότι τα αυριανά πρότυπα ίσως διαφέρουν από τα σημερινά. Αυτή η αλλαγή χωρίς αμφιβολία θα επηρεάσει το ποσοστό της κατανομής της ιδιοκτησίας στο μέλλον.
Από τα παραπάνω, καταλήγει ο αναλυτής της Deutsche Bank, προκύπτει ότι ο όρος «συνεργατική οικονομία» δεν υποδηλώνει τόσο την υπονόμευση του σημερινού οικονομικού συστήματος, αλλά την σταδιακή επέκτασή του ώστε να περιλαμβάνει επιπρόσθετες εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας και κατανάλωση. Έτσι, η κατανάλωση καθαυτή δεν θα μειωθεί, αλλά θα αλλάξει κατεύθυνση – και στην καλύτερη περίπτωση θα επεκταθεί ώστε να συμπεριλάβει νέα εναλλακτικά πεδία.
Πηγή : Capital
Im Kern der Share Economy bzw. beim Konsum selbst geht es künftig nicht mehr ausschließlich um Besitz und Eigentum, sondern verstärkt um den Zugang zu Produkten und Dienstleistungen. Im Vordergrund steht die Verwirklichung individueller Präferenzen hinsichtlich Mobilität und Flexibilität, natürlich unter Berücksichtigung des begrenzten persönlichen Einkommens. So erfahren die Menschen (wieder), dass es nicht immer wirtschaftlich ist, Gegenstände des unregelmäßigen Bedarfs (z.B. eine Bohrmaschine oder ein Surfbrett) zu besitzen oder zu kaufen. Die gemeinschaftlichen Nutzungsformen sind kein außergewöhnliches Phänomen des 21. Jahrhunderts. Seit geraumer Zeit werden Wohngemeinschaften gebildet, Gemeinschaftsgärten bewirtschaftet, private Leihbibliotheken genutzt, Waschsalons aufgesucht, Fahrräder geliehen oder (landwirtschaftliche) Genossenschaften gegründet. Der Großteil dieser Bewegungen fand bisher überwiegend lokal und eher in Nischenmärkten statt.
Im Zuge der Digitalisierung erfährt die Bewegung allerdings eine sich beschleunigende Dynamik mit internationaler Dimension und teilweiser Massentauglichkeit. Dank moderner web-basierter Technologien organisieren sich viele Internetnutzer über das stationäre oder mobile Internet für unterschiedliche Belange, und zwar auch abseits der traditionellen Geschäftsmodelle vieler Unternehmen. Durch die viralen Netzwerkeffekte erweitern sich Communities rasant um neue Mitglieder bzw. werden neue Märkte erschlossen. Für die Internetnutzer erhöhen sich somit die Möglichkeiten auf Basis sozialer Beziehungen mit neuen Kooperationsformen zu experimentieren, während sich speziell für Intermediäre das Potenzial für neue Geschäftsmodelle erhöht. Neben den digitalen Trends stellen auch die folgenden sozio-demografischen Bewegungen weitere Treiber der Share Economy dar:
Couchsurfing ist ein erfolgreiches Beispiel dafür, wie aus einer Nische ein rasant wachsender Markt werden kann. Hierbei geht es um die Nutzung privater Unterkünfte für die Mitglieder der Community. Eines der bekannten Onlineportale wirbt u.a. mit über zehn Millionen Übernachtungen in über 34.000 Städten und 192 Ländern. Obwohl noch offene Fragen hinsichtlich der Haftung in Schadensfällen geklärt werden müssen, könnte dies die Tourismusbranche in bestimmten Segmenten mittel- bis langfristig vor Herausforderungen stellen.
Bei der Diskussion um den Begriff „Ökonomie des Teilens“ sollte zwischen digitalen und physischen Gütern unterschieden werden. Die digitalen Güter haben unser Konsumverhalten sicherlich grundlegend verändert. Auch erfährt der Begriff hier eine nachvollziehbare Rechtfertigung, weil Vieles im Netz eben auf Teilen und Tauschen beruht. Durch Filesharing, also den privaten Austausch von Dateien, hat sich die Distribution von digitalen Inhalten dauerhaft verändert. Ton- oder Videodateien sind von den Trägermedien gelöst. Sie können ohne größere Qualitätseinbußen kostengünstig über moderne Informationstechnologien verbreitet werden. Es existiert also per se keine Knappheit, keine Exklusivität und keine Rivalität im Konsum – es sei denn, sie wird künstlich eingeführt. Der Nutzer einer Musikdatei kann also konsumieren und weiterverbreiten, ohne dass andere Konsumenten verzichten müssen. Im analogen Zeitalter wurden beim Kauf einer Schallplatte automatisch andere Nutzer ausgeschlossen. Jeder Kauf eines physischen Tonträgers signalisierte Knappheit sowie exklusive Eigentums- und Nutzungsrechte.
In der physischen Produktwelt sind die Auswirkungen der Share Economy hingegen (noch) überschaubar. Viele alltägliche Gegenstände sind den Großteil ihres Produktlebenszyklus nicht in Verwendung, d.h. es existiert durchaus ein Umverteilungspotenzial für ungenutzte Kapazitäten. Wieso sollte sich jemand, der in einem Ballungsgebiet wohnt, ein Auto kaufen, wenn er es auch zweckgebunden temporär leihen kann? So muss er nur die variablen Kosten der jeweiligen Nutzung tragen und keine direkten Anschaffungs-, laufende Wartungs- und Unterhaltskosten tragen, geschweige denn sich mit der urbanen Parkplatzproblematik herumschlagen. Eine Dienstleistung, die es dem Konsumenten erlaubt, temporär und unkompliziert ein Fahrzeug aus der näheren Umgebung anzumieten, stellt eine attraktive Kauf-Alternative dar. Durch das Sharing-Angebot eines Fahrzeuges lassen sich nicht nur Ressourcen schonender und effizienter nutzen, die Menschen sparen zudem Geld oder können es in anderen Bereichen ausgeben.
Laut den Befürwortern der Ökonomie des Teilens führt die beschleunigte Entwicklung des Internets in Verbindung mit zunehmendem Umwelt- und Nachhaltigkeitsbewusstsein der Menschen sowie einer kritischen Haltung zu auf Materiellem basierenden Wohlstand zu mehr alternativen Formen von Besitz und Konsum. Das ist aber keine Revolution, sondern die logische Konsequenz aus technologischem Fortschritt, gepaart mit der Anpassung des Konsumentenverhaltens an den Strukturwandel. Der besitzorientierte und individuelle Konsum stellt derzeit nach wie vor die Norm dar. Ein Großteil der Bevölkerung hat weder Erfahrungen mit web-basierten Verleihsystemen noch mit alternativen Besitz- und Konsumformen. Auch ein steigendes Umwelt- und Nachhaltigkeitsbewusstsein der Konsumenten wäre zwar wünschenswert, bleibt aber weiterhin beweispflichtig. Denn wird das durch Car-Sharing eingesparte Budget für Spontanreisen mit Billigfluganbietern verwendet, wird der ökologische Rucksack eines jeden Konsumenten nicht unbedingt leichter.
Die Menschen werden weiterhin nach Eigentum streben, insbesondere bei Gütern und Diensten mit personenbezogenen Eigenschaften. Kaum jemand würde sein Smartphone aus den Händen geben oder sein Passwort für einen individualisierten Internetdienst verleihen. Die spannende Frage ist vielmehr, welche Produkte und Dienste die Menschen künftig als Eigentum bezeichnen wollen. Bei Gütern des unregelmäßigen Gebrauchs kann es aus sozialen, technologischen aber auch aus wirtschaftlichen Gründen attraktiver sein, ein Produkt zu nutzen, ohne es zu kaufen. Die Ökonomie des Teilens hat daher durchaus Potenzial, sich weiter um alternative Konsum- und Besitzformen zu entfalten. Dennoch gilt weiterhin: Individuelle Lebensumstände und Konsummuster werden auch künftig dem Wandel unterworfen sein und Statussymbole mögen morgen andere sein als heute. Dieser Wandel wird die Relation von Teilen zu Eigentum künftig sicherlich weiter beeinflussen.
Hinter dem Begriff Share Economy verbirgt sich folglich weniger das Aushebeln unseres Wirtschaftssystems, sondern vielmehr die graduelle Ausweitung des bestehenden Systems um alternative, zusätzliche Besitz- und Konsumformen. Der Konsum wird sich also nicht reduzieren, sondern verlagern, bestenfalls ausweiten auf alternative oder neue Bereiche.
Quelle : DB
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Share Economy – Haben oder Sein
Die Ökonomie des Teilens oder das kollaborative Konsumieren sind gesellschaftlich positiv besetzte Themen, die derzeit wieder verstärkt in der Off- und Online-Welt diskutiert werden. Die Begriffe werden gern dazu verwendet, ein revolutionäres Ausbrechen aus unserem derzeitig auf Konsum und Besitz basierenden Wirtschaftssystem auszurufen. Konsumieren wir denn künftig tatsächlich weniger oder sogar bewusster und tauschen, teilen und verleihen alles, was wir als unser Eigentum bezeichnen?
Der Blick auf die Entwicklung des privaten Verbrauchs offenbart eine klare Botschaft. Die realen Konsumausgaben in Deutschland sind in den letzten beiden Dekaden zwar nicht stark, aber um durchschnittlich knapp 1% p.a. gestiegen. Wir kaufen unbeeindruckt von der „Ökonomie des Teilens“ weiterhin Autos, Elektronik, Kleidung, Kunstgegenstände oder Werkzeug aus dem Baumarkt – allerdings zunehmend gern in Kombination mit Dienstleistungen wie Wartungsverträgen, Garantien oder einem exklusiven Zugang zu digitalen Inhalten. Denn für viele Unternehmen verspricht der reine Verkauf einzelner Produkte kein dauerhaftes Umsatzwachstum mehr; vielmehr gewinnen ergänzende Dienstleistungen an Bedeutung. Daraus entstehen u.a. Angebote wie das Car-Sharing, Rent-a-bike oder mobile Endgeräte mit einem exklusiven Zugang zu digitalen Entertainment-Diensten. Dadurch werden neue Kunden gewonnen, die alternative Besitz- und Konsumformen präferieren, was die Bewegung um die Ökonomie des Teilens natürlich zusätzlich beflügelt.Im Kern der Share Economy bzw. beim Konsum selbst geht es künftig nicht mehr ausschließlich um Besitz und Eigentum, sondern verstärkt um den Zugang zu Produkten und Dienstleistungen. Im Vordergrund steht die Verwirklichung individueller Präferenzen hinsichtlich Mobilität und Flexibilität, natürlich unter Berücksichtigung des begrenzten persönlichen Einkommens. So erfahren die Menschen (wieder), dass es nicht immer wirtschaftlich ist, Gegenstände des unregelmäßigen Bedarfs (z.B. eine Bohrmaschine oder ein Surfbrett) zu besitzen oder zu kaufen. Die gemeinschaftlichen Nutzungsformen sind kein außergewöhnliches Phänomen des 21. Jahrhunderts. Seit geraumer Zeit werden Wohngemeinschaften gebildet, Gemeinschaftsgärten bewirtschaftet, private Leihbibliotheken genutzt, Waschsalons aufgesucht, Fahrräder geliehen oder (landwirtschaftliche) Genossenschaften gegründet. Der Großteil dieser Bewegungen fand bisher überwiegend lokal und eher in Nischenmärkten statt.
Im Zuge der Digitalisierung erfährt die Bewegung allerdings eine sich beschleunigende Dynamik mit internationaler Dimension und teilweiser Massentauglichkeit. Dank moderner web-basierter Technologien organisieren sich viele Internetnutzer über das stationäre oder mobile Internet für unterschiedliche Belange, und zwar auch abseits der traditionellen Geschäftsmodelle vieler Unternehmen. Durch die viralen Netzwerkeffekte erweitern sich Communities rasant um neue Mitglieder bzw. werden neue Märkte erschlossen. Für die Internetnutzer erhöhen sich somit die Möglichkeiten auf Basis sozialer Beziehungen mit neuen Kooperationsformen zu experimentieren, während sich speziell für Intermediäre das Potenzial für neue Geschäftsmodelle erhöht. Neben den digitalen Trends stellen auch die folgenden sozio-demografischen Bewegungen weitere Treiber der Share Economy dar:
- Zunehmende Urbanisierung jüngerer Alterskohorten,
- mehr Singlehaushalte in Ballungsgebieten sowie
- die Veränderung des individuellen Konsumverhaltens.
Couchsurfing ist ein erfolgreiches Beispiel dafür, wie aus einer Nische ein rasant wachsender Markt werden kann. Hierbei geht es um die Nutzung privater Unterkünfte für die Mitglieder der Community. Eines der bekannten Onlineportale wirbt u.a. mit über zehn Millionen Übernachtungen in über 34.000 Städten und 192 Ländern. Obwohl noch offene Fragen hinsichtlich der Haftung in Schadensfällen geklärt werden müssen, könnte dies die Tourismusbranche in bestimmten Segmenten mittel- bis langfristig vor Herausforderungen stellen.
Bei der Diskussion um den Begriff „Ökonomie des Teilens“ sollte zwischen digitalen und physischen Gütern unterschieden werden. Die digitalen Güter haben unser Konsumverhalten sicherlich grundlegend verändert. Auch erfährt der Begriff hier eine nachvollziehbare Rechtfertigung, weil Vieles im Netz eben auf Teilen und Tauschen beruht. Durch Filesharing, also den privaten Austausch von Dateien, hat sich die Distribution von digitalen Inhalten dauerhaft verändert. Ton- oder Videodateien sind von den Trägermedien gelöst. Sie können ohne größere Qualitätseinbußen kostengünstig über moderne Informationstechnologien verbreitet werden. Es existiert also per se keine Knappheit, keine Exklusivität und keine Rivalität im Konsum – es sei denn, sie wird künstlich eingeführt. Der Nutzer einer Musikdatei kann also konsumieren und weiterverbreiten, ohne dass andere Konsumenten verzichten müssen. Im analogen Zeitalter wurden beim Kauf einer Schallplatte automatisch andere Nutzer ausgeschlossen. Jeder Kauf eines physischen Tonträgers signalisierte Knappheit sowie exklusive Eigentums- und Nutzungsrechte.
In der physischen Produktwelt sind die Auswirkungen der Share Economy hingegen (noch) überschaubar. Viele alltägliche Gegenstände sind den Großteil ihres Produktlebenszyklus nicht in Verwendung, d.h. es existiert durchaus ein Umverteilungspotenzial für ungenutzte Kapazitäten. Wieso sollte sich jemand, der in einem Ballungsgebiet wohnt, ein Auto kaufen, wenn er es auch zweckgebunden temporär leihen kann? So muss er nur die variablen Kosten der jeweiligen Nutzung tragen und keine direkten Anschaffungs-, laufende Wartungs- und Unterhaltskosten tragen, geschweige denn sich mit der urbanen Parkplatzproblematik herumschlagen. Eine Dienstleistung, die es dem Konsumenten erlaubt, temporär und unkompliziert ein Fahrzeug aus der näheren Umgebung anzumieten, stellt eine attraktive Kauf-Alternative dar. Durch das Sharing-Angebot eines Fahrzeuges lassen sich nicht nur Ressourcen schonender und effizienter nutzen, die Menschen sparen zudem Geld oder können es in anderen Bereichen ausgeben.
Laut den Befürwortern der Ökonomie des Teilens führt die beschleunigte Entwicklung des Internets in Verbindung mit zunehmendem Umwelt- und Nachhaltigkeitsbewusstsein der Menschen sowie einer kritischen Haltung zu auf Materiellem basierenden Wohlstand zu mehr alternativen Formen von Besitz und Konsum. Das ist aber keine Revolution, sondern die logische Konsequenz aus technologischem Fortschritt, gepaart mit der Anpassung des Konsumentenverhaltens an den Strukturwandel. Der besitzorientierte und individuelle Konsum stellt derzeit nach wie vor die Norm dar. Ein Großteil der Bevölkerung hat weder Erfahrungen mit web-basierten Verleihsystemen noch mit alternativen Besitz- und Konsumformen. Auch ein steigendes Umwelt- und Nachhaltigkeitsbewusstsein der Konsumenten wäre zwar wünschenswert, bleibt aber weiterhin beweispflichtig. Denn wird das durch Car-Sharing eingesparte Budget für Spontanreisen mit Billigfluganbietern verwendet, wird der ökologische Rucksack eines jeden Konsumenten nicht unbedingt leichter.
Die Menschen werden weiterhin nach Eigentum streben, insbesondere bei Gütern und Diensten mit personenbezogenen Eigenschaften. Kaum jemand würde sein Smartphone aus den Händen geben oder sein Passwort für einen individualisierten Internetdienst verleihen. Die spannende Frage ist vielmehr, welche Produkte und Dienste die Menschen künftig als Eigentum bezeichnen wollen. Bei Gütern des unregelmäßigen Gebrauchs kann es aus sozialen, technologischen aber auch aus wirtschaftlichen Gründen attraktiver sein, ein Produkt zu nutzen, ohne es zu kaufen. Die Ökonomie des Teilens hat daher durchaus Potenzial, sich weiter um alternative Konsum- und Besitzformen zu entfalten. Dennoch gilt weiterhin: Individuelle Lebensumstände und Konsummuster werden auch künftig dem Wandel unterworfen sein und Statussymbole mögen morgen andere sein als heute. Dieser Wandel wird die Relation von Teilen zu Eigentum künftig sicherlich weiter beeinflussen.
Hinter dem Begriff Share Economy verbirgt sich folglich weniger das Aushebeln unseres Wirtschaftssystems, sondern vielmehr die graduelle Ausweitung des bestehenden Systems um alternative, zusätzliche Besitz- und Konsumformen. Der Konsum wird sich also nicht reduzieren, sondern verlagern, bestenfalls ausweiten auf alternative oder neue Bereiche.
Quelle : DB
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου