Σελίδες

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

ΑΝΣΓΚΑΡ ΜΠΕΛΚΕ : «Η δημοσιονομική προσαρμογή φέρνει πάντα ανεργία»

«Χωρίς αύξηση των εξαγωγών, το επίπεδο του χρέους δεν είναι βιώσιμο και θα υπάρξει ανάγκη για επαναλαμβανό-μενη συμμετοχή του επίσημου δημόσιου τομέα, έως ότου αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι η οικονομία. Ετσι, το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η έλλειψη της αύξησης των εξαγωγών είναι πιο σημαντική από το πρωτογενές πλεόνασμα»

«Ενα βασικό συμπέρασμα, όσον αφορά την Ελλάδα, είναι ότι το αρχικό πρόγραμμα είχε υποτιμήσει το δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή και -ως εκ τούτου- το βάθος της ύφεσης, που ήταν εν μέρει αναπόφευκτο» ΑΝΣΓΚΑΡ ΜΠΕΛΚΕ (Γερμανός οικονομολόγος)
Σχετικά... γρήγορα για τα δεδομένα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, δηλαδή με καθυστέρηση άνω των τριών ετών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξετάζει τις αποφάσεις που ελήφθησαν από την τρόικα σχετικά με τις διασώσεις στις χώρες της περιφέρειας της Ευρωζώνης. Μια από τις μελέτες που διεξήχθησαν, ύστερα από παραγγελία της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (ECON) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και η οποία κατατέθηκε πριν από λίγες ημέρες, ήταν από το γνωστό Κέντρο Σπουδών για την Ευρωπαϊκή Πολιτική (CEPS) στις Βρυξέλλες, με διευθυντή τον Daniel Gros*.
Η συντακτική επιτροπή της συγκεκριμένης μελέτης αποτελείται από πέντε οικονομολόγους, ανάμεσα στους οποίους -εκτός από τον διευθυντή του CEPS- είναι ο Ansgar Belke, καθηγητής
Μακροοικονομικών στην έδρα Jean Monnet στο Πανεπιστήμιο του Ντούισμπουργκ-Εσεν της Γερμανίας. Ο Belke είχε την καλοσύνη να ανταποκριθεί σε μια σειρά ερωτήσεων για την «Κ.Ε.» ενώ οι απαντήσεις του οποίου έχουν τη σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων μελών που εκπόνησαν τη μελέτη και την προσωπική συμβολή του Daniel Gros.
* Ησασταν ένας από τους συντάκτες του ενημερωτικού εγγράφου σχετικά με «την υλοποίηση των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής στην Ευρωζώνη», το οποίο ζητήθηκε από την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (ECON) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μπορείτε να συνοψίσετε μερικά από τα βασικά συμπεράσματα του πορίσματος;
- Ενα βασικό συμπέρασμα, όσον αφορά την Ελλάδα, είναι ότι το αρχικό πρόγραμμα είχε υποτιμήσει το δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή και -ως εκ τούτου- το βάθος της ύφεσης, που ήταν εν μέρει αναπόφευκτο. Ωστόσο, ένα στοιχείο το οποίο δεν μπορούσε να προβλεφθεί εκείνη την περίοδο (δηλαδή το 2010), ήταν ότι οι ελληνικές εξαγωγές δεν θα αυξάνονταν για αρκετά χρόνια.
Αυτό είναι δύσκολο να εξηγηθεί, επειδή οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά περίπου 5%-6% ετησίως στην περίπτωση της Πορτογαλίας, η οποία επίσης αντιμετώπιζε υποτονικές αγορές (η Ισπανία είναι η μεγαλύτερη αγορά της), καθώς και εγχώρια πιστωτική κρίση. Η έλλειψη της αύξησης των εξαγωγών έκανε την ύφεση πολύ μεγαλύτερη και πιο βαθιά, καθώς επίσης και πολύ πιο δύσκολη τη δημοσιονομική προσαρμογή. Αν οι ελληνικές εξαγωγές είχαν αυξηθεί με τους ίδιους ρυθμούς, όπως στην περίπτωση της Πορτογαλίας (ή της Ισπανίας), η ύφεση θα είχε τώρα τελειώσει.
Κοιτάζοντας μπροστά, δεν βλέπουμε καμία ελπίδα για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αν δεν υπάρξει σημαντική αύξηση των εξαγωγών. Για να συμβεί αυτό, ωστόσο, θα απαιτηθούν βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Δηλαδή, όχι απλά η θέσπιση νέων νόμων στο Κοινοβούλιο, αλλά και βαθιές αλλαγές στον τρόπο που λειτουργεί η διοίκηση.
Χωρίς αύξηση των εξαγωγών, το επίπεδο του χρέους δεν είναι βιώσιμο και θα υπάρξει ανάγκη για επαναλαμβανόμενη συμμετοχή του επίσημου δημόσιου τομέα, έως ότου αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι η οικονομία. Ετσι, το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η έλλειψη της αύξησης των εξαγωγών είναι πιο σημαντική από το πρωτογενές πλεόνασμα.
* Η τρόικα και η ελληνική κυβέρνηση έχουν όντως εναποθέσει τις ελπίδες τους για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στις εξαγωγές, ωστόσο οι ελληνικές εξαγωγές όχι μόνο δεν εμφάνισαν κάποια σημαντική αύξηση, αλλά η επικροτούμενη πολιτική για τη δήθεν επίτευξη της ανταγωνιστικότητας μέσω αποπληθωρισμού των μισθών είχε αποδειχθεί ότι είναι μια φάρσα, δεδομένου ότι η ελάχιστη βελτίωση των ελληνικών εξαγωγών που προέκυψε είναι συνδεδεμένη με τις εμπορικές συναλλαγές με χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε.). Ποιο είναι το συμπέρασμα της μελέτης σχετικά με την πολιτική του αποπληθωρισμού των μισθών ως εργαλείου για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας;
- Αυτό που όντως κάνει ιδιαίτερη την περίπτωση της Ελλάδας είναι η έλλειψη της αύξησης των εξαγωγών, παρά τη σημαντική πτώση των μισθών. Η μόνη εξήγηση γι' αυτό το αινιγματικό φαινόμενο είναι ότι η ελληνική οικονομία είναι ακόμη τόσο παραμορφωμένη που δεν ανταποκρίνεται στα σημάδια των μεταβαλλόμενων τιμών.
Υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν αυξήσει την ικανότητα προσαρμογής σε οποιαδήποτε από τις υπό εξέταση χώρες. Ομως, το σημείο εκκίνησης για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία ήταν ήδη σε αρκετά καλό επίπεδο. Στην Ελλάδα, αντιθέτως, η ποιότητα των θεσμών ήταν πολύ χαμηλότερη από εκείνη των άλλων χωρών του προγράμματος. Και τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν, δείχνουν ότι -από την έναρξη του προγράμματος- πολλοί από τους δείκτες έχουν επιδεινωθεί.
* Η Ελλάδα ωφελήθηκε περισσότερο στον τομέα της ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης των μισθών από τις άλλες χώρες, αλλά οι εξαγωγές παραμένουν στάσιμες. Σημαίνει αυτό ότι η ανταγωνιστικότητα δεν είναι σημαντική ή ότι δεν επαρκεί;
- Δίχως βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι εξαγωγές δεν θα αυξηθούν.
* Το ΔΝΤ και η Ε.Ε. έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Ακόμα κι έτσι, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, ανεξάρτητα από το ποια προοπτική αξιολόγησης επιλέξει κανείς να υιοθετήσει. Προτείνει η μελέτη σας μια νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, δεδομένου ότι -χωρίς ένα νέο «κούρεμα»- η Ελλάδα είναι απλά καταδικασμένη σε μια μόνιμη κατάσταση πεονίας;
- Η μελέτη μας δείχνει ότι το φορτίο του χρέους δεν είναι μεγαλύτερο στην Ελλάδα απ' ό,τι είναι στην Ιταλία. Η αναλογία του χρέους είναι υψηλότερη στην Ελλάδα, αλλά τα επιτόκια είναι επίσης πολύ χαμηλότερα. Η ελληνική κυβέρνηση, συνεπώς, ξοδεύει το ίδιο ποσοστό του ΑΕΠ σε τόκους για το χρέος με την ιταλική κυβέρνηση.
Μέρος της βελτίωσης του ελλείμματος οφείλεται στα χαμηλά επιτόκια του επίσημου χρέους, το οποίο αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημοσίου χρέους. Οι πληρωμές τόκων ανέρχονται σε χαμηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα (4,1%, που αναμένεται να ανέλθει σε πάνω από το 5% του ΑΕΠ) απ' ό,τι στην Ιταλία (επί του παρόντος στο 5,4% του ΑΕΠ), αν και η αναλογία του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ είναι πολύ μεγαλύτερη. Επιπλέον, μεγάλο μέρος του ελληνικού δημοσίου χρέους έχει πλέον καταστεί μακροπρόθεσμο. Αυτό σημαίνει ότι το γεγονός πως το ελληνικό δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 175% του ΑΕΠ, δεν συνεπάγεται ότι δεν είναι βιώσιμο.
Το κύριο θέμα, λοιπόν, δεν είναι το φορτίο του χρέους, αλλά οι προοπτικές για ανάπτυξη. Οπως ήδη αναφέρθηκε, το επίπεδο χρέους δεν είναι βιώσιμο χωρίς εξαγωγική ανάπτυξη, επειδή χωρίς την αύξηση των εξαγωγών η εγχώρια οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει και θα υπάρξει συνεπώς ανάγκη για επαναλαμβανόμενη συμμετοχή του επίσημου τομέα στην Ελλάδα, έως ότου ανακάμψει η οικονομία.
* Η ανεργία αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, καθώς και το υπόλοιπο μέρος της περιφέρειας της Ευρωζώνης. Ωστόσο, η Ε.Ε. επιδεικνύει εγκληματική αδιαφορία για το ζήτημα αυτό, επιμένοντας ταυτόχρονα για την εντατικοποίηση των πολιτικών που μειώνουν την εγχώρια ζήτηση, καταστέλλοντας έτσι την οικονομική δραστηριότητα και στέλνοντας ένα συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων στην ανεργία. Είχε να πει τίποτα η μελέτη σας σχετικά με το πρόβλημα της ανεργίας;
- Η μελέτη μας δεν επικεντρώθηκε στο πρόβλημα της ανεργίας. Ολα τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας. Αυτό είναι αναπόφευκτο. Ωστόσο, σε μια ευέλικτη οικονομία, η απασχόληση ανακάμπτει, καθώς επεκτείνεται ο εξαγωγικός τομέας. Αυτό το βασικό στοιχείο απουσιάζει στην Ελλάδα.
Οι πολιτικές της Ε.Ε. που βρίσκονται στο τραπέζι επί του παρόντος και υποτίθεται ότι θα έχουν άμεσες επιπτώσεις, όπως η αύξηση του δανεισμού από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την πρόσληψη νέων ανθρώπων, θα έχουν πολύ περιορισμένη επίδραση στην ανεργία για τους νέους. Επιπλέον, αυτή η επίδραση θα προκύψει εις βάρος των ανέργων μεγαλύτερων ηλικιών οι οποίοι και αποκλείονται από αυτά τα προγράμματα.
* Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, εξαιρετικά σοβαροί οικονομολόγοι συνιστούν την εφαρμογή προγραμμάτων άμεσης απασχόλησης για την Ελλάδα και τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης που πλήττονται από κοινωνικά απαράδεκτα ποσοστά ανεργίας, στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του «εργοδότη έσχατης προσφυγής». Γιατί είναι απρόθυμες οι ευρωπαϊκές αρχές να εξετάσουν τέτοια μέτρα δημόσιας πολιτικής, όταν είναι μάλλον προφανές ότι οι... mainstream προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της ανεργίας και της φτώχειας έχουν αποτύχει παταγωδώς;
- Επιτρέψτε μου κατ' αρχάς να τονίσω ότι δεν μας ζητήθηκε και επομένως δεν ασχοληθήκαμε στη μελέτη μας με την ιδέα του «εργοδότη έσχατης προσφυγής», που πρότεινε ο Χάιμαν Μίνσκι και αναβίωσε ο Λ. Ράνταλ Ρέι. Οπως και να 'χει, οι υποστηρικτές αυτής της πρότασης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολλά σημαντικά ζητήματα, στα οποία ακόμη δεν έχουν δώσει απαντήσεις, όπως: (α) Σε ποιο επίπεδο αμείβεται το κάθε είδος εργασίας; (β) Αν οι θέσεις απασχόλησης στα προγράμματα του «εργοδότη έσχατης προσφυγής» πληρώνουν χαμηλούς μισθούς, δεν υπάρχει κίνδυνος για επέκταση της φτώχειας; (γ) Πού θα προσφέρονται οι θέσεις εργασίας; (δ) Τι είδους θέσεις εργασίας αποτελούν τον κορμό του «εργοδότη έσχατης προσφυγής»; (ε) Ποιος έχει την εποπτεία; (στ) Πώς επηρεάζουν όλα αυτά τις ιδιωτικές εταιρείες που παρέχουν τα ίδια προϊόντα ή/και υπηρεσίες, όπως οι φορείς του «εργοδότη έσχατης προσφυγής»;
Σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα διεθνή εμπειρία, θα πρέπει κάποιος να φοβάται ότι ο «εργοδότης έσχατης προσφυγής» θα δημιουργήσει μια γιγαντιαία γραφειοκρατία, καθώς και θέσεις εργασίας που δεν παρέχουν ούτε ικανοποίηση ούτε αντιπροσωπεύουν όχημα βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ οι θέσεις απασχόλησης που προσφέρονται, παρεμποδίζουν τη διαδικασία αναζήτησης εργασίας.
Μια πιθανή έκβαση, σε περίπτωση που η Ελλάδα υιοθετούσε τον «εργοδότη έσχατης προσφυγής», θα ήταν μια χώρα ενδεχομένως γεμάτη με μη παραγωγικές διαδικασίες ισοδύναμες με τους εξυπηρετητές των ταχυφαγείων στις ΗΠΑ και τους υπαλλήλους χαιρετισμού στα καταστήματα της WalMart. Αντί της εγκατάστασης του «εργοδότη έσχατης προσφυγής», εμείς θα προτείναμε να διαμορφώσει η ελληνική κυβέρνηση το κατάλληλο κλίμα, ώστε να επιτρέψει στον ιδιωτικό τομέα τη δυνατότητα να παρέχει περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης.
Σημ.: Την ιδέα του «εργοδότη έσχατης προσφυγής» έχουν επεξεργαστεί αρκετοί μελετητές, πέραν του Λ. Ράνταλ Ρέι, αν και κυρίως οικονομολόγοι του Levy Economics Institute. Επιπλέον, τα περισσότερα από τα ερωτήματα που τέθηκαν σχετικά με τη λειτουργία του «εργοδότη έσχατης προσφυγής» έχουν ήδη αντιμετωπιστεί. Δείτε, για παράδειγμα: Rania Antonopoulos, «The Right to a Job, the Right Types of Projects: Employment Guarantee from a Gender Perspective».
* Η επίσημη μελέτη του CEPS, που παρουσιάστηκε στην ECON, είναι διαθέσιμη στο http://www.euro-parl.europa.eu/document/activities/cont/201402/20140219ΑΤΤ79589/20140219ΑΤΤ79589ΕΝ.pdf.


Πηγή : ΕNET

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Export Academy

Export Academy